Η προσωποκεντρική ψυχοθεραπεία είναι μια μορφή θεραπείας, η οποία βασίζεται στις διδαχές και τις θεωρίες του ψυχολόγου Carl Rogers, η οποία αναπτύχθηκε την δεκαετία του 1950. Προέκυψε ως αποτέλεσμα αμφισβήτησης της “αυθεντίας” της ψυχιατρικής, της ψυχανάλυσης και του συμπεριφορισμού, των τριών κύριων δηλαδή ρευμάτων που άκμαζαν εκείνη την εποχή στον ψυχολογικό & ψυχιατρικό κλάδο.
Βασικός τομέας διαφοροποίησης της προσωποκεντρικής από τους υπόλοιπους ψυχοθεραπευτικούς κλάδους είναι ότι δεν παθολογικοποιεί, δεν προσπαθεί να ελέγξει ούτε να κάνει διάγνωση στους ανθρώπους. Παράλληλα, καταρρίπτει το μοτίβο του απομακρυσμένου θεραπευτή, που παρουσιάζεται ως αυθεντία, και επενδύει περισσότερο σε μία ισότιμη σχέση θεραπευτή-πελάτη.
Σημαντική παράμετρος αυτής της προσέγγισης είναι το γεγονός ότι μπορεί να είναι αποτελεσματική σε κάθε είδους ανθρώπινη σχέση, η οποία πληροί τις προδιαγραφές για να χαρακτηριστεί ως σχέση βοήθειας.
Σύμφωνα με τον Rogers «σχέση βοήθειας μπορεί να θεωρηθεί μία σχέση στην οποία ένα τουλάχιστον από τα εμπλεκόμενα μέρη έχει την πρόθεση να προωθήσει την ανάπτυξη , εξέλιξη, ωριμότητα , καλύτερη λειτουργία και καλύτερη αντιμετώπιση της ζωής του άλλου» (Rogers, 2006b, p. 54). Με βάση αυτό τον ορισμό, η σχέση αυτή καλύπτει μία ευρεία γκάμα σχέσεων ανθρωπίνων σχέσεων, όπως είναι: μητέρα-παιδί, γιατρός-ασθενής, δάσκαλος-μαθητής κ.ά. Αλλά και μία ευρεία γκάμα μέσα στο ίδιο το ψυχοθεραπευτικό πλαίσιο: από τον κλινικό ασθενή μέχρι τον «από τον κλινικό ασθενή μέχρι εκείνον που θέλει απλά να βελτιώσει την ποιότητα της ζωής του», ο οποίος επιθυμεί να βελτιώσει την ποιότητα της ζωής του.
Κοινή βάση αυτής της προσέγγισης υπήρξε η βαθιά πίστη ότι σε κάθε ζωντανό οργανισμό υπάρχει μέσα του μία αστείρευτη δύναμη και εσωτερική τάση για εξέλιξη και εκπλήρωση των έμφυτων δυνατοτήτων του. Βασική παράμετρος σε αυτή την διαδικασία είναι η εμπιστοσύνη στον άνθρωπο ότι διαθέτει όλα τα εφόδια ώστε να αυτοθεραπευτεί και να αναπτυχθεί προ τον μέγιστο δυνατό εαυτό. O Rogers έδειξε εμπιστοσύνη σε αυτή την βαθιά πεποίθηση και μίλησε για τις απαραίτητες συνθήκες, μέσα στις οποίες μπορεί να εκπληρωθεί αυτή η πίστη (Rogers, 2006b). Μεταξύ άλλων, αναγνώρισε την δύναμη της ενσυναίσθησης, της άνευ όρων αποδοχής και της αυθεντικής παρουσίας του θεραπευτή προς τον πελάτη, όταν προσφέρονται μέσα σε ένα σταθερό κλίμα ασφάλειας και ζεστασιάς.
Η προσωποκεντρική ψυχοθεραπεία δίνει την ελευθερία στον πελάτη να ανακαλύψει τον εαυτό του μέσα από την διευκολυντική παρουσία του θεραπευτή, χωρίς να κατευθύνει ούτε να ασκεί κριτική στις εσωτερικές του διεργασίες. Ο θεραπευτής αφήνει χώρο στην ελεύθερη έκφραση και βίωση των συναισθημάτων του πελάτη, ενώ παράλληλα είναι παρών για να κατανοήσει, να διαφωτίσει, να ενθαρρύνει και να συνυπάρξει με τον πελάτη σε κάθε στάδιο εσωτερικής αναζήτησης, στο οποίο βρίσκεται. Για τον προσωποκεντρικό θεραπευτή, το εδώ και τώρα του πελάτη, είναι η χρονική πραγματικότητα, που τον αφορά, ενώ αναφορές στο παρελθόν γίνονται μόνο υποστηρικτικά στην καλύτερη κατανόηση του παρόντος. Έχοντας αυτές τις γνώσεις, η προσωποκεντρική ψυχοθεραπεία έχει φανεί ιδιαίτερα αποτελεσματική σε ανθρώπους, χωρίς κάποια βαριά ψυχική νόσο (π.χ. αγχώδεις διαταραχές). Ωστόσο πρόσφατες έρευνες έχουν δείξει την αποτελεσματικότητά της και σε μεγάλη γκάμα του κλινικού πληθυσμού.